top of page
Αναζήτηση
Δέσποινα Λιμνιωτάκη, Ψυχολόγος MSc

Παιδική Παχυσαρκία: μια εθνική προσπάθεια για ένα χρονίζον πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας

Η παιδική παχυσαρκία αποτελεί ένα από τα πλέον ανησυχητικά προβλήματα δημόσιας υγείας στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια.  Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, η χώρα μας κατατάσσεται στις υψηλότερες θέσεις στην Ευρώπη όσον αφορά στα ποσοστά παχυσαρκίας στα παιδιά.  Οι στατιστικές δείχνουν μια ανησυχητική αύξηση των ποσοστών παιδικής παχυσαρκίας τα τελευταία χρόνια, υποδεικνύοντας την ανάγκη για άμεσες και συντονισμένες παρεμβάσεις, σε τοπικό επίπεδο (από την οικογένεια, το σχολείο, την κοινότητα) και σε επίπεδο εθνικής στρατηγικής.  Επιπλέον, η παιδική παχυσαρκία έχει σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία των παιδιών, καθώς σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης χρόνιων παθήσεων όπως ο διαβήτης τύπου 2, καρδιαγγειακές παθήσεις και προβλήματα ψυχικής υγείας.


Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), περίπου το 37% των παιδιών ηλικίας 7-9 ετών στην Ελλάδα είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Το ποσοστό αυτό είναι ιδιαίτερα υψηλό σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες ενώ και οι ηλικίες παιδιών 6-12 ετών βρίσκονται σε μεγάλο κίνδυνο: μια μελέτη από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για την Υγεία (ΕΚΤΠΥ) αποκαλύπτει ότι το ποσοστό των υπέρβαρων αγοριών ηλικίας 6-12 ετών είναι 29%, ενώ για τα κορίτσια της ίδιας ηλικιακής ομάδας το ποσοστό είναι 26%.  Τα ποσοστά παχυσαρκίας για τις ίδιες ηλικιακές ομάδες ανέρχονται σε 13% για τα αγόρια και 10% για τα κορίτσια.


Οι διατροφικές συνήθειες και η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας φαίνεται να είναι οι κύριοι παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση αυτών των ποσοστών.  Μια έρευνα του Ινστιτούτου Προληπτικής Περιβαλλοντικής και Εργασιακής Ιατρικής αποκαλύπτει ότι περίπου το 40% των παιδιών στην Ελλάδα καταναλώνουν αναψυκτικά και γλυκά σχεδόν καθημερινά, ενώ λιγότερο από το 30% ασχολούνται με κάποια φυσική δραστηριότητα για τουλάχιστον μία ώρα την ημέρα.


Οι παππούδες και γιαγιάδες συχνά παίζουν σημαντικό, αρνητικό ρόλο σε αυτήν την ανησυχητική τάση.  Η αγάπη και η φροντίδα τους, αν και με τις καλύτερες προθέσεις, μπορούν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη ανθυγιεινών διατροφικών συνηθειών στα εγγόνια τους.

Μια από τις κύριες αιτίες είναι η τάση των παππούδων και γιαγιάδων να προσφέρουν συνεχώς φαγητό και λιχουδιές ως ένδειξη αγάπης και φροντίδας.  Αυτή η πρακτική μπορεί να οδηγήσει σε υπερκατανάλωση θερμίδων, ειδικά όταν τα προσφερόμενα τρόφιμα είναι πλούσια σε ζάχαρη και λίπη.  Επίσης, οι παππούδες και οι γιαγιάδες μπορεί να μην είναι πάντα ενημερωμένοι για τις σύγχρονες διατροφικές οδηγίες και να μην κατανοούν πλήρως τη σημασία της υγιεινής διατροφής για την ανάπτυξη των παιδιών.  Η παλιά αντίληψη ότι, όσο τρώνε τα παιδιά, τόσο καλύτερα είναι στην υγεία τους, καλά κρατεί.


Έτσι, οι παππούδες και γιαγιάδες συχνά έχουν την τάση να επιβραβεύουν ή να παρηγορούν τα παιδιά με φαγητό, δημιουργώντας μια ανθυγιεινή σχέση με αυτό.  Αυτή η συμπεριφορά μπορεί να οδηγήσει σε συναισθηματική κατανάλωση φαγητού, όπου τα παιδιά τρώνε όχι επειδή πεινούν, αλλά για να αισθανθούν καλύτερα και οπωσδήποτε καταφεύγουν στο φαγητό κάθε φορά που βαριούνται.


Για την αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος, είναι σημαντικό οι γονείς να συνεργαστούν στενά με τους παππούδες και τις γιαγιάδες, ώστε να τους εκπαιδεύσουν για τις σύγχρονες διατροφικές ανάγκες των παιδιών. Η ενημέρωση για τις επιπτώσεις της παχυσαρκίας στην υγεία και η παροχή συμβουλών για την προετοιμασία υγιεινών γευμάτων μπορεί να είναι πολύ χρήσιμη.


Όμως δεν είναι μόνο «οι άλλοι» που συνδέουν στα παιδιά μας κάθε έκφραση της κοινωνικής τους ζωής με το φαγητό.  Τι να πούμε για την παρακολούθηση μιας θεατρικής παράστασης κατά τη διάρκεια της οποίας θεωρείται αδιανόητο να μην μασουλάνε κάτι τα παιδιά (έχω εντοπίσει μέχρι και τάπερ με κεφτεδάκια).  Εδώ έχουμε διπλή ενίσχυση μιας κακής συμπεριφοράς, αφενός τα πανταχού παρόντα σνακ, αφετέρου το ότι η επισταμένη θέαση συνδέεται στενά με την διαδικασία πρόσληψης τροφής.


Η δημιουργία υγιεινών οικογενειακών συνηθειών, όπως η κατανάλωση γευμάτων όλοι μαζί στο τραπέζι και η ενθάρρυνση της φυσικής δραστηριότητας, μπορεί να βοηθήσει στην καλλιέργεια υγιεινών, διατροφικών συνηθειών.  Η κατανόηση ότι η αγάπη και η φροντίδα μπορούν να εκφραστούν με υγιεινούς τρόπους - όπως το να περάσουν οι γονείς και κηδεμόνες χρόνο μαζί παίζοντας και ασχολούμενοι με δραστηριότητες που δεν περιλαμβάνουν το φαγητό - είναι κρίσιμη.  Επίσης, η απόσταση μεταξύ γευμάτων (δηλαδή δεν είναι απαραίτητο να τρως όλη την ώρα) και η αναμονή για τη σωστή προετοιμασία του φαγητού, είναι σημαντικοί τρόποι εκπαίδευσης των παιδιών σχετικά με την τροφή και το φαγητό.



Για την γενική αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, είναι απαραίτητη μια πολυεπίπεδη προσέγγιση.  Αρχικά, οι γονείς μπορούν να παίξουν κρίσιμο ρόλο διαμορφώνοντας υγιεινές διατροφικές συνήθειες στο σπίτι.  Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την παροχή ισορροπημένων γευμάτων, τη μείωση της κατανάλωσης αναψυκτικών και γλυκών, και την προώθηση της κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών.


Τα σχολεία επίσης μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά. Η εισαγωγή προγραμμάτων διατροφικής εκπαίδευσης, η εκπαίδευση στην ενσυνείδητη προετοιμασία φαγητού και η προσφορά υγιεινών επιλογών στα σχολικά κυλικεία είναι κρίσιμα βήματα.  Παράλληλα, η ενίσχυση των ωρών φυσικής αγωγής και η προώθηση αθλητικών δραστηριοτήτων μπορούν να βοηθήσουν στην αύξηση της φυσικής δραστηριότητας των παιδιών.


Η κοινότητα και οι τοπικές αρχές μπορούν να συμβάλουν στην προαγωγή της υγείας των παιδιών, διοργανώνοντας εκδηλώσεις και δραστηριότητες που ενθαρρύνουν την άσκηση και την υγιεινή διατροφή.  Η συνεργασία με επαγγελματίες ψυχικής υγείας για την παροχή συμβουλών και υποστήριξης στις οικογένειες είναι επίσης ζωτικής σημασίας καθώς η παχυσαρκία δεν είναι απλά ζήτημα πρόσληψης τροφής αλλά έχει ένα έντονο ψυχοκοινωνικό υπόβαθρο.


Η αντιμετώπιση της παιδικής παχυσαρκίας στην Ελλάδα απαιτεί συντονισμένες προσπάθειες από όλους τους φορείς και εφαρμογή ολοκληρωμένων πολιτικών που προωθούν την υγιεινή διατροφή και τη σωματική δραστηριότητα.  Με τη σωστή εκπαίδευση και υποστήριξη, μπορούμε να διασφαλίσουμε ένα υγιέστερο μέλλον για τα παιδιά μας.


* Η Δέσποινα Λιμνιωτάκη, Κοινωνική Ψυχολόγος και Συνιδρύτρια της The Healing Tree Community for Mental Health, έχει παρουσιάσει πολλά εργαστήρια με θέμα την διατροφή και την ψυχολογική μας κατάσταση. «Η αιτία που πολλά προγράμματα διατροφής δεν επιτυγχάνουν είναι επειδή όλοι οι λόγοι που μας κάνουν να παίρνουμε ή να χάνουμε βάρος, βρίσκονται μέσα μας και όχι στο φαγητό». Πρόκειται για ένα θέμα που ερευνά τη στάση μας απέναντι στη διατροφή, τη σχέση και την εικόνα που έχουμε για το σώμα μας όπως επίσης και τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους τα συναισθήματά μας επηρεάζουν την ποιότητα και την ποσότητα του φαγητού που καταναλώνουμε. Τα εργαστήρια εξετάζουν όχι το τι τρώμε, αλλά το πώς τρώμε, ρίχνουν φως στην ψυχολογική πλευρά της διατροφής, προτείνουν ένα εναλλακτικό πρόγραμμα ελέγχου του βάρους και απευθύνονται τόσο σε γυναίκες που θέλουν να σταθεροποιήσουν τα κιλά τους χωρίς άγχος όσο και σε γονείς επιθυμούν να σχεδιάσουν ένα καλύτερο πρόγραμμα καθημερινής διατροφής γι’αυτούς και τα παιδιά τους.


Για περισσότερες πληροφορίες, στείλτε mail στο thehealingtreeproject@gmail.com

 

Comments


Commenting has been turned off.
bottom of page