Μεγαλώνουμε μέρα με τη μέρα ολοένα και περισσότερο. Είναι μια διαδικασία μη αναστρέψιμη από την οποία δεν ξεφεύγει κανείς. ‘Οταν είμαστε νέοι, βιαζόμαστε να γευτούμε τις χαρές τις ζωής και δεν θέλουμε να μας θεωρούν παιδιά. Λίγο αργότερα, διάφοροι ειδικοί και μη αρχίζουν να μας προειδοποιούν για τις βλάβες που μπορεί να υποστεί ο οργανισμός στο πέρασμα των χρόνων: ο γιατρός μάς λέει να προσέχουμε την πίεση, τα ινστιτούτα αισθητικής εντοπίζουν τα αδύνατα σημεία μας και η τηλεόραση προβάλλει διαρκώς αψεγάδιαστα πρόσωπα και σώματα. Τελικά, προτού το καταλάβουμε κι ενώ αισθανόμαστε μέσα μας παιδιά, η ημερομηνία γέννησης στην ταυτότητα και οι αυξανόμενες επισκέψεις στο ΙΚΑ μας κατατάσσουν σε μια κατηγορία με απαγορευτικό όνομα: τρίτη ηλικία. Μια απέραντη θάλασσα κι εμείς σαλπάρουμε στα νερά της χωρίς πυξίδα - μια ατέλειωτη αναμονή για κάτι...
Αλλά τι είναι αυτό; Η έλλειψη ενός ξεκάθαρου πρoτύπου για την τρίτη ηλικία κάνει το θέμα να φαίνεται ταμπού. Κάτι σαν: «Μη ρωτάς γι’αυτά που δεν θα’θελες να ξέρεις!» Δεν υπάρχει οδηγός για ναυτιλομένους. Αυτό κάνει πολλούς ώριμους ανθρώπους να απογοητεύονται και πολλούς νεότερους να προσπαθούν να γυρίσουν πίσω το χρόνο με τη βοήθεια της τεχνολογίας. Κι αυτό επειδή - μέχρι σήμερα - το να μεγαλώνουμε τόσο πολύ παύει να έχει σχέση με την πνευματική και ψυχολογική ωρίμανση και ολοκλήρωση μας κι αρχίζει να έχει σχέση με την αρρώστια και τη φθορά. Κι όμως!
Ενώ στο απώτερο παρελθόν τα γηρατειά ήταν μια εμπειρία για λίγους, σήμερα αποτελούν μια εμπειρία που οι περισσότεροι από μας ευτυχώς θα βιώσουν, εξαιτίας των συντονισμένων προσπαθειών για βελτίωση των συνθηκών ζωής και πρόληψης των ασθενειών. Τον 20ο αιώνα προστέθησαν 30 παραπάνω χρόνια στο μέσο όρο ζωής, κάνοντας πολλούς γεροντολόγους να μιλάνε όχι μόνο για την τρίτη ηλικία, αλλά και για μια τέταρτη που ξεκινάει μετά τα 85 χρόνια ζωής. Γιατί λοιπόν αυτό το δώρο δεν γιορτάζεται, αλλά αντιμετωπίζεται ως προβληματικό, ως μια αλλαγή προς το χειρότερο για τους ανθρώπους που το βιώνουν;